Monday, July 11, 2011

Haruki Murakami – Σπούτνικ Αγαπημένη (1999)

Λοιπόν…με αφορμή το τελευταίο μου post στο blog το οποίο γράφτηκε με αφορμή ένα σχόλιο για το μέχρι τότε τελευταίο μου post στο blog το οποίο με τη σειρά του γράφτηκε πριν από τέσσερα χρόνια, έκατσα από περιέργεια και διάβασα τα παλιότερα posts μου για να δω τι σκατά είχα μέσα στο κεφάλι μου όταν τα έγραφα (my god…τι πρόταση!). Ανεξαρτήτως με το αν ο ‘τώρα’ εαυτός μου συμφωνεί με τον εκάστοτε ‘τότε’, το μόνο σίγουρο είναι ότι όλη αυτή η ιστορία έχει την πλάκα της. Κατά πάσα πιθανότητα, με εξαίρεση κάνα-δυο αργόσχολους πειραγμένους (τους οποίους τους ευχαριστώ θερμά που διαβάζουν αυτά που διαβάζουν εδώ μέσα) δεν μπαίνει και κανένας εδώ, οπότε εγκαταλείπω οριστικά την ελπίδα της δημιουργίας ενός ηλεκτρονικού παρεακίου που διαβάζει βιβλιαράκια και ρίχνει και καμία πρόταση, και συνεχίζω με την προσδοκία της τήρησης ενός προσωπικού λογοτεχνικού ημερολογίου (πσσσς!!!) που παρέχει και στον περαστικό επισκέπτη τη δυνατότητα να ρίξει και κανένα κράξιμο αν γουστάρει.

Κάπου είχα ακούσει για τον Murakami και για το ‘Σπούτνικ Αγαπημένη’ αλλά όταν μπήκα στην Πολιτεία πριν μερικούς μήνες για να αγοράσω κανένα καινούριο βιβλιαράκι, ούτε το όνομα του συγγραφέα θυμόμουν ούτε του βιβλίου. Προκειμένου λοιπόν να αποφύγω να εκθέσω την ενοχλητική μου ημιμάθεια σε κάποιον από τους λόγιους υπαλλήλους του εν λόγω βιβλιοπωλείου με ερωτήσεις του στυλ ‘ένας Γιαπωνέζος συγγραφέας μωρέ με κάτι με δορυφόρο μέσα…’ , έκατσα υπομονετικά, έψαξα ράφι-ράφι, βρήκα τον καλά κρυμμένο τομέα με τους Ιάπωνες συγγραφείς, τσίμπησα το βιβλίο και γλύτωσα τον εξευτελισμό (βαθύ κόμπλεξ λέμε).

‘Σπούτνικ Αγαπημένη’ αγαπητοί…Τρίτη βράδυ έπιασα το βιβλίο από το ράφι, Κυριακή απόγευμα το ξανάβαλα στη θέση του. Όχι πως είναι και κανένας τόμος 783 σελίδων, αλλά καταλαβαίνετε τώρα…τσούλησε πολύ εύκολα η ανάγνωση, πόσο μάλλον για τα δικά μου δεδομένα. Η Σουμίρε, μία νεαρή επίδοξη συγγραφέας, ο Κ (α ρε Κάφκα τι μας κάνεις), ο πραγματιστής φίλος της Σουμίρε από το κολλέγιο και αφηγητής της ιστορίας και η Μίου, μία late-thirties κομψή κοσμοπολίτισσα επιχειρηματίας είναι οι τρείς κεντρικοί ήρωες γύρω από τους οποίους πλέκεται μία ιστορία που ξεκινάει από μία δεξίωση στο Τόκιο και καταλήγει μέσα στο απόλυτο μυστήριο σε κάποιο ελληνικό νησί των Δωδεκανήσων. Το μυθιστόρημα αυτό όμως δεν είναι μία ιστορία μυστηρίου. Είναι μία εξαιρετική, κατά την άποψή μου, σκιαγράφηση της ερωτικής μοναξιάς. Ο ανέλπιδος έρωτας του Κ για τη Σουμίρε, ο απελπισμένος έρωτας της Σουμίρε για τη Μίου και η ‘παράλυση’ της ερωτικής φύσης της Μίου, αποτελούν τη βάση πάνω στην οποία ο Murakami περιγράφει τον μοντέρνο μοναχικό άνθρωπο (ή έστω κάποιες πτυχές του).

Αυτό που μού άρεσε ιδιαίτερα στην περιγραφή του Murakami, είναι ότι καταφέρνει να σε βάλει στον ψυχισμό του ηρώα, χωρίς πολλές-πολλές ψυχολογικές φαμφάρες αλλά με λεπτομέρειες όπως η καθημερινότητα, οι συνήθειες και το ντύσιμο των χαρακτήρων. Αυτό κατά πάσα πιθανότητα κάπως θα λέγεται σε λογοτεχνικούς όρους, αλλά λίγη σημασία έχει. Κάτι που επίσης μάλλον θα έχει έναν περίεργο λογοτεχνικό όρο, και που μου έκανε εντύπωση σ’αυτό το μυθιστόρημα, είναι η αίσθηση που μου έδωσε η αφήγηση και πιο συγκεκριμένα το γεγονός ότι ενώ ένας χαρακτήρας είναι ξεκάθαρα ο αφηγητής, σε μερικές περιπτώσεις το ρόλο αυτό τον παίρνει ο συγγραφέας. Μπορεί να λέω και βλακείες βέβαια αλλά who cares?! Λοιπόν…την κάνω προς το παρών γιατί πρέπει να βγει και το μεροκάματο. Σας φιλώ και σας υπενθυμίζω τώρα που είναι καλοκαιράκι να μην ξεχνάτε μαζί με το βιβλίο σας, να παίρνετε και το αντηλιακό σας στην παραλία. Έλα γεια!

Wednesday, July 6, 2011

Douglas Adams – The Hitchhiker’s Guide To The Galaxy: A Trilogy Of Five (1979-1992)

…και εκεί που κάνω ένα τελευταίο check στο email μου πριν την πέσω στο κρεβατάκι μου παρέα με το βιβλίο μου, βλέπω ότι σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά την τελευταία ανάρτησή μου σ’αυτό το blog, κάποιος έχει αφήσει σχόλιο σε μία από τις βλακείες που έχω γράψει. Ευχαριστώ πολύ ανώνυμη φίλη, έγινες η αφορμή για να παραβλέψω για λίγο τη βαθιά άγνοιά μου περί λογοτεχνίας και να γράψω άλλο ένα ‘άρθρο-διαμάντι’ για το blog (που παρεμπιπτόντως ούτε τα μέλη του δεν επισκέπτονται πια).

Σε πρώτη φάση, όπως σίγουρα κανένας δεν παρατήρησε, στην επικεφαλίδα του άρθρου, έχω βάλει τον τίτλο στα αγγλικά. Ο λόγος που επέλεξα το ‘The Hitchhiker’s Guide To The Galaxy’ αντί για του ‘Γυρνώντας Το Γαλαξία Με Οτοστόπ’ είναι ότι τα πέντε αυτά βιβλία της εν λόγω σειράς τα διάβασα στα αγγλικά. Καθώς ρουφούσα τις σελίδες σαν καυτό τσάι, για να αποφύγω για όσο το δυνατόν περισσότερο τη βασανιστική επανατοποθέτηση του τελευταίου τόμου στα ράφια της βιβλιοθήκης μου (αυτής που έχω στο χολ), δεν ήταν λίγες οι φορές που μετάνιωσα που δεν ξεκίνησα να διαβάζω ‘στο πρωτότυπο’ συγγραφείς που γράφουν στα αγγλικά. Όσο καλή και να είναι μία μετάφραση, η αισθητική των λέξεων, των φράσεων και στην προκειμένη περίπτωση του humor του Douglas Adams απλά δε μεταφέρεται. Ε εντάξει…δεν έχω μεγαλώσει και στην Οξφόρδη…και άγνωστες λέξεις είχα και δεύτερα περάσματα έκανα σε προτάσεις, αλλά άποψη δεν αλλάζω. Αν ξέρετε αγγλικά μη σκεφτείτε καν να διαβάσετε αυτά τα βιβλία σε ελληνική ή οποιαδήποτε άλλη μετάφραση.

Μία ακόμα μικρή παρατήρηση που έχω να κάνω έχει να κάνει με την ομώνυμη ταινία που είναι απλά βασισμένη στο βιβλίο και σε καμία περίπτωση πιστή μεταφορά (όπως πάντα βέβαια). Προσωπικά, έχοντας διαβάσει τα βιβλία πριν τη δω, τη βρήκα αρκετά ευχάριστη και ίσως μία καλή αφορμή για κάποιον που δεν έχει διαβάσει το Guide, να το κάνει. Όπως και να έχει όμως τα βιβλία είναι πολύ πολύ πολύ πολύ παραπάνω και σχολιάκια τύπου ‘έλα μωρέ, εντάξει, είδα το ταινιάκι… πού να διαβάζεις τώρα και το βιβλίο’ είναι απλά άστοχα.

Ώρα να πούμε και ένα-δυο πραγματάκια επί του θέματος. Πρώτα απ’όλα, η γοητεία του βιβλίου ξεκινάει από τον τίτλο του ο οποίος δεν είναι τίποτα άλλο από τον τίτλο ενός άλλου βιβλίου! Πιο συγκεκριμένα, το βιβλίο αυτό είναι ένας οδηγός για όσους επιθυμούν να γυρίσουν το Γαλαξία με οτοστόπ. Δε γράφω περισσότερες λεπτομέρειες επί αυτού…θα τις ανακαλύψετε μόνοι σας. Η πλοκή της ιστορίας ξεκινάει με τον Arthur Dent, έναν νεαρό, κάπως μοναχικό κάτοικο του Islington, ο οποίος βρίσκει τον εαυτό του περικυκλωμένο από μπουλντόζες που προσπαθούν να κατεδαφίσουν το σπίτι του προκειμένου να περάσει από εκεί μια καινούρια λεωφόρος εξπρές. Μέσα σε αυτήν την παράνοια και τον πανικό, ο Arthur πληροφορείται από τον αλλόκοτο φίλο του Ford Prefect ότι πρέπει επειγόντως να εγκαταλείψουν τη Γη διότι από στιγμή σε στιγμή θα ‘κατεδαφιζόταν’ προκειμένου να περάσει από εκεί μια διαγαλαξιακή λεωφόρος εξπρές. Με ένα διαγαλαξιακό οτοστόπ από το Islington της Μεγάλης Βρετανίας, ξεκινάει μία διαστημική περιπέτεια που το πανέξυπνο, ευρηματικότατο και σουρεαλιστικό humor του αδικοχαμένου Douglas Adams την κάνει ένα από τα πιο όμορφα πράγματα που έχω βιώσει ποτέ μέσα στις σελίδες ενός βιβλίου. Θα μπορούσα πολύ εύκολα να συνεχίσω να φλυαρώ για τους χαρακτήρες, τις καταστάσεις, τις καταχωρήσεις του οδηγού κλπ κλπ, αλλά δεν έχει κανένα απολύτως νόημα πρώτον γιατί είναι άπειρα και βαριέμαι και τα έχουν γράψει και πολλοί άλλοι πολύ καλύτερα από εμένα, και δεύτερον γιατί μερικά πράγματα απλά όταν προσπαθείς να τα μεταφέρεις, το μόνο που καταφέρνεις είναι να τα εκχυδαΐσεις. Αν δεν το έχετε ήδη κάνει, διαβάστε (οπωσδήποτε στα αγγλικά) τα βιβλία του ανεπανάληπτου κυρίου Adams, αλλά σε καμία περίπτωση χωρίς την πετσέτα σας :)

Ραντεβού σε τέσσερα χρόνια!


Τα βιβλία της σειράς ‘The Hitchhiker’s Guide To The Galaxy’ είναι:

•The Hitchhiker's Guide to the Galaxy (1979)
•The Restaurant at the End of the Universe (1980)
•Life, the Universe and Everything (1982)
•So Long, and Thanks for All the Fish (1984)
•Mostly Harmless (1992)